Μια καινοτόμος αιματολογική εξέταση για την έγκαιρη διάγνωση της νόσου Αλτσχάιμερ, η οποία έλαβε έγκριση από τον Αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) τον προηγούμενο Μάιο, εφαρμόζεται στο Εργαστήριο Νευροεκφυλιστικών Νοσημάτων του Κέντρου Διεπιστημονικής Έρευνας και Καινοτομίας (ΚΕΔΕΚ) του ΑΠΘ.
Η εξέταση Lumipulse μετρά δύο πρωτεΐνες που υπάρχουν στο πλάσμα του αίματος, και υπολογίζει την αναλογία τους, η οποία σχετίζεται με την ύπαρξη ή την απουσία πλακών αμυλοειδούς στον εγκέφαλο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την ελάττωση της ανάγκης για εξέταση PET. Παρόμοιες εγκεκριμένες εξετάσεις γίνονται με δείγμα εγκεφαλονωτιαίου υγρού, που απαιτεί επώδυνη οσφυονωτιαία παρακέντηση.
Αντίθετα, η νέα εξέταση χρειάζεται μόνο απλό αίμα, καθιστώντας τη πιο προσιτή και ευκολότερη. Έτσι, η έγκαιρη διάγνωση γίνεται πιο προσιτή από ποτέ, αποφεύγοντας τις επεμβατικές διαδικασίες, όπως η λήψη εγκεφαλονωτιαίου υγρού ή η δαπανηρή απεικόνιση με PET scan.
Όπως επιβεβαίωσε ο FDA, η εξέταση αυτή προορίζεται για την πρώιμη ανίχνευση των αμυλοειδών πλακών που σχετίζονται με τη νόσο Αλτσχάιμερ σε ενήλικες ασθενείς 55 ετών και άνω, οι οποίοι εμφανίζουν συμπτώματα. Ωστόσο, ο FDA υπογραμμίζει ότι η εν λόγω εξέταση δεν είναι προορισμένη ως εργαλείο προληπτικού ελέγχου (screening) ή ως αυτόνομο διαγνωστικό τεστ, αλλά θα πρέπει να συνοδεύεται από άλλες κλινικές αξιολογήσεις ή επιπλέον εξετάσεις για τον καθορισμό των κατάλληλων θεραπευτικών επιλογών.
Σύμφωνα με το ΑΠΕ, η πολυκεντρική μελέτη που στήριξε την εξέταση, υλοποιήθηκε σε 499 δείγματα αίματος από ενήλικες με νοητική εξασθένηση.
Τα αποτελέσματα της εξέτασης συγκρίθηκαν με εκείνα των PET εξετάσεων ή της ανάλυσης του εγκεφαλονωτιαίου υγρού και έδειξαν ότι το 91,7% των θετικών στην εξέταση ασθενών έφεραν πλάκες αμυλοειδούς και στις εξετάσεις PET ή εγκεφαλονωτιαίου υγρού, ενώ το 97,3% των αρνητικών δεν είχαν πλάκες. Λιγότερο από το 20% των συμμετεχόντων παρουσίασε ακαθόριστο αποτέλεσμα.
Η συμβολή του Εργαστηρίου Νευροεκφυλιστικών Νοσημάτων
Η Ελλάδα εισέρχεται στην διεθνή επιστημονική ηγεσία, χάρη στο Εργαστήριο Νευροεκφυλιστικών Νοσημάτων του ΑΠΘ, το οποίο βρίσκεται στο ΚΕΔΕΚ στη Θέρμη. Το Εργαστήριο διαθέτει τον τελευταίας τεχνολογίας αναλυτή Lumipulse G600II, μέσω του οποίου διεξάγεται η αιματολογική εξέταση.
Η επιστημονική ομάδα του ΑΠΘ, υπό την καθοδήγηση της καθηγήτριας Βιοχημείας Αναστασίας Πανταζάκη, συνεργάζεται με τους ερευνητές και μεταδιδάκτορες Γεώργιο Κατσίπη και Ελένη Τζεκάκη για τη διεξαγωγή των αναλύσεων των βιοδεικτών.
Παράλληλα, η ομότιμη καθηγήτρια Μάγδα Τσολάκη από το Τμήμα Ιατρικής και μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Νόσου Αλτσχάιμερ, διαχειρίζεται την πλήρη κλινική αξιολόγηση των συμμετεχόντων. Η διαδικασία είναι μέρος του ερευνητικού έργου με τίτλο «Διαχείριση του έργου προσδιορισμού βιοδεικτών σε βιολογικά υγρά ασθενών με νόσο Αλτσχάιμερ και άλλες νευροεκφυλιστικές νόσους».
Ένα σημαντικό βήμα για την Ελλάδα και τη δημόσια υγεία
Η διάγνωση της νόσου Alzheimer, που αναμένεται να επηρεάσει περίπου 140 εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως μέχρι το 2050, γίνεται πλέον πιο προσιτή στο ευρύ κοινό.
Στην Ελλάδα, όπου υπολογίζεται ότι περίπου 160.000 άνθρωποι ζουν με τη νόσο, η πρωτοβουλία του ΑΠΘ σηματοδοτεί ένα σημαντικό βήμα προς την έγκαιρη διάγνωση και παρέμβαση με στόχο τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών, ανοίγοντας νέες προοπτικές στην πρόληψη και διαχείριση της νόσου Αλτσχάιμερ.