Σε επαγρύπνηση βρίσκεται η διεθνής επιστημονική κοινότητα, λόγω της κατάστασης που επικρατεί στην Κίνα με την έξαρση του μεταπνευμονοϊού (HMPV) και τα υπερφορτωμένα νοσοκομεία. Η κατάσταση ξυπνά «μαύρες» μνήμες από την περίοδο του κορωνοϊού, με το ενδιαφέρον των υγειονομικών αρχών να επικεντρώνεται ακόμη μία φορά στη συγκεκριμένη χώρα και στη νέα εξάπλωση του ανθρώπινου μεταπνευμονοϊού (HMPV), ο οποίος φαίνεται να επηρεάζει κυρίως παιδιά στις βόρειες περιοχές της χώρας.
Καθώς καταγράφεται ανησυχητική αύξηση των αναπνευστικών λοιμώξεων στην περιοχή, παρατηρείται σημαντική εξάπλωση του ανθρώπινου μεταπνευμονοϊού (HMPV). Πρόκειται για έναν αναγνωρισμένο αναπνευστικό ιό, γνωστό στην επιστημονική κοινότητα για περισσότερες από δυόμισι δεκαετίες.
Σύμφωνα με πνευμονολόγους, ο HMPV ενδέχεται να παρουσιάζει έξαρση και στη χώρα μας παράλληλα με άλλους εποχικούς ιούς. Ωστόσο, η περιορισμένη επιτήρηση της διασποράς του καθιστά αδύνατη την εξαγωγή σαφούς εικόνας για την επίπτωσή του. Παρά το γεγονός ότι ο HMPV πλήττει σημαντικά αρκετές ασιατικές χώρες το τελευταίο διάστημα, ούτε οι αρμόδιες κινεζικές υγειονομικές αρχές ούτε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) έχουν κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης σε αυτή τη φάση.
Η εξάπλωση του ιού γεννά ερωτήματα σχετικά με την πραγματική έκταση της επίπτωσής του, ενώ παρόμοια ανησυχία εκφράζουν και οι Έλληνες επιστήμονες.
«Ο μεταπνευμονοϊός είναι ένας κοινός ιός του αναπνευστικού, που τον έχουμε μαζί μας εδώ και περίπου 25 χρόνια»
Από την πλευρά της, η Πνευμονολόγος του Νοσοκομείου «Σωτηρία» και πρόεδρος της Ένωσης Πνευμονολόγων Ελλάδας, Δρ. Μάτα Τσικρικά, αναφέρει πως η κατάσταση στην Κίνα δεν είναι πρωτοφανής. Αντικατοπτρίζει μια εποχική έξαρση ιών του αναπνευστικού, η οποία παρακολουθείται πιο συστηματικά εκεί, από ό,τι σε άλλες χώρες.
«Ο μεταπνευμονοϊός είναι ένας κοινός ιός του αναπνευστικού, που τον έχουμε μαζί μας εδώ και περίπου 25 χρόνια. Δεν είναι κάτι καινούργιο. Υπάρχει και στην Ελλάδα, αλλά δυστυχώς δεν έχουμε τη δυνατότητα να τον διαγνώσουμε επαρκώς», επισημαίνει η Δρ. Τσικρικά, εξηγώντας πως η έλλειψη διαγνωστικών μέσων στη χώρα μας περιορίζει την κατανόηση και την επιτήρηση τέτοιων ιών.
Στην Κίνα, η έξαρση του μεταπνευμονοϊού συνδέεται με τον υπερπληθυσμό και τις κλιματολογικές συνθήκες. «Η Κίνα πάντα παρουσίαζε αυξημένες προσελεύσεις στα νοσοκομεία τον χειμώνα, λόγω του μεγάλου πληθυσμού της και των ιδιαίτερων κλιματολογικών της συνθηκών. Η διαφορά είναι ότι η Κίνα διαθέτει τα μέσα για να διαγιγνώσκει γρήγορα και με ακρίβεια αυτούς τους ιούς. Σε άλλη αναλογία, όπως έχουμε κι εμείς αυξημένες λοιμώξεις αυτήν την εποχή, έτσι έχει και η Κίνα. Η διαφορά είναι πως επειδή έχει πολύ κακό ιστορικό η χώρα με την COVID-19, είναι τα πάντα στο “μικροσκόπιο” και η οποιαδήποτε αυξημένη κίνηση κινητοποιεί τους πάντες. Και ποιους κινητοποιεί; Τους ίδιους του Κινέζους. Στέλνουν μηνύματα στον υπόλοιπο κόσμο, φοβούμενοι ότι μπορεί να υποκρύπτεται κάτι και να περάσουμε τα ίδια που περάσαμε με τον COVID-19», υπογραμμίζει η γιατρός.
Η έλλειψη επιτήρησης στην Ελλάδα
Η ίδια σημειώνει πως η ταχύτητα με την οποία έφτασαν στο συμπέρασμα για τον μεταπνευμονοϊό οι Κινέζοι είναι εντυπωσιακή. «Αντίθετα, στην Ελλάδα δεν μπορούμε να διαγνώσουμε τέτοιους ιούς γιατί τα ειδικά τεστ είναι ακριβά, και τα νοσοκομεία προσπαθούν να περιορίσουν τον προϋπολογισμό τους», τονίζει, ενώ όπως επισημαίνει η Πνευμονολόγος, κάποια και από τα δικά μας αυξημένα περιστατικά στα νοσοκομεία, να αφορούν κρούσματα του ανθρώπινου μεταπνευμονοϊού:
«Και μεταπνευμονοϊός μπορεί να είναι, ή θα μπορούσε να είναι παραϊφλουένζα, την οποία επίσης δεν διαγιγνώσκουμε. Μαζί με τη γρίπη θα μπορούσαμε ταυτόχρονα να βλέπουμε και άλλους ιούς. Το ξέρουμε αυτό, παρ’ όλα αυτά δεν κάνουμε τεστ για άλλους ιούς. Για παράδειγμα, μπορεί κάποιος ασθενής έχει ”βαριά” κλινική εικόνα και να έχει πνευμονία και γρίπη μαζί. Δεν έχουμε τρόπο στο νοσοκομείο να διαγνώσουμε τον πνευμονιόκοκκο από τα ούρα, οπότε πώς να το ξέρουμε;».
Η ελλιπής εικόνα για την πραγματική διασπορά των λοιμώξεων έχει ως αποτέλεσμα, ακόμη και οι ίδιοι οι γιατροί να μην έχουν επαρκή δεδομένα ώστε να γνωρίζουν ποιο παθογόνο έχουν απέναντί τους κάθε φορά, υποστηρίζει η Δρ. Τσικρικά. «Ακόμη και για τον αναπνευστικό συγκυτιακό ιό (RSV) για τον οποίο η παγκόσμια ιατρική κοινότητα είναι πολύ ευαισθητοποιημένη τα τελευταία χρόνια, είμαι σίγουρη πως σε όλα τα νοσοκομεία δεν μπορούν να τον διαγνώσουν. Το πρόβλημα είναι πώς προσπαθούμε κάθε φορά να ανιχνεύσουμε τη διασπορά με τη διεθνή βιβλιογραφία. Τι λέμε λοιπόν; Αν η διπλανή μου χώρα έχει περίπου “τόσο” και η άλλη διπλανή μου χώρα έχει περίπου “τόσο”, τότε με την κινητικότητα που υπάρχει κι εγώ κάπου εκεί είμαι. Γι’ αυτό και όλοι αναφερόμαστε στην βιβλιογραφία γιατί δεν υπάρχουν άλλα δεδομένα, πιο συγκεκριμένα δηλαδή», ισχυρίζεται.
«Η κλιματική αλλαγή θα επιβαρύνει κυρίως το αναπνευστικό σύστημα»
Η ίδια εκφράζει την πεποίθηση πως υπάρχει ανάγκη για καλύτερη επιτήρηση και καταγραφή, γιατί έρχονται δύσκολοι καιροί.
«Η κλιματική αλλαγή θα επιβαρύνει κυρίως το αναπνευστικό σύστημα. Επίσης, έχουμε ένα πληθυσμό που γηράσκει και τρίτον έχουμε ένα σύστημα υγείας πεπαλαιωμένο, καλύτερα να το πω γηρασμένο και στα όριά του. Οπότε δεν είμαστε έτοιμοι για την επόμενη πανδημία, δεν χρειάζεται να είσαι γιατρός για να το καταλάβεις. Οπότε και η στρατηγική και η οργάνωση ακόμη και στα «υλικά» της υγείας θα πρέπει να αλλάξει», ισχυρίζεται η ειδικός μιλώντας στο iatropedia.gr και αναφέρει καταλήγοντας:
«Η έλλειψη ακριβών δεδομένων για τις λοιμώξεις στην Ελλάδα δημιουργεί ακόμη και προβλήματα εμπιστοσύνης μεταξύ πολιτών και ιατρών. Αν γνωρίζαμε με ακρίβεια τα ποσοστά διασποράς, ο κόσμος θα μας εμπιστευόταν περισσότερο και θα ήταν πιο συνεπής με τον εμβολιασμό. Κάθε χώρα έχει τις δικές της προτεραιότητες. Στην Ελλάδα, δυστυχώς, οι επενδύσεις στην υγεία είναι περιορισμένες. Αυτό έχει σοβαρές συνέπειες για την προετοιμασία μας απέναντι σε νέες υγειονομικές κρίσεις».