Οι αυξανόμενες θερμοκρασίες σχετίζονται με μεγαλύτερες πιθανότητες εμφάνισης αποφρακτικής υπνικής άπνοιας. Σύμφωνα με τις πιο πιθανές προβλέψεις για την κλιματική αλλαγή, η κοινωνική επιβάρυνση από αυτή τη νόσο αναμένεται να διπλασιαστεί σε πολλές χώρες τα επόμενα 75 χρόνια.
Αυτά τα ευρήματα προέρχονται από μελέτη του Πανεπιστημίου Φλίντερς στην Αυστραλία, η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Nature Communications».
Η υπνική άπνοια, η οποία διαταράσσει την αναπνοή κατά τη διάρκεια του ύπνου, επηρεάζει σχεδόν ένα δισεκατομμύριο ανθρώπους παγκοσμίως. Η μη θεραπεία της αυξάνει τον κίνδυνο για άνοια, Πάρκινσον, υπέρταση, καρδιοαγγειακά νοσήματα, άγχος και κατάθλιψη, καθώς και για τροχαία ατυχήματα και συνολική θνησιμότητα, όπως έχει δείξει προηγούμενη έρευνα.
Στη μελέτη αυτή, αναλύθηκαν δεδομένα ύπνου από πάνω από 116.000 ανθρώπους ανά τον κόσμο, τα οποία συλλέχθηκαν μέσω ενός αισθητήρα τοποθετημένου κάτω από το στρώμα, προκειμένου να αξιολογηθεί η σοβαρότητα της αποφρακτικής υπνικής άπνοιας. Κάθε συμμετέχων κατέγραψε δεδομένα για περίπου 500 νύχτες.
Οι ερευνητές συνέκριναν τα δεδομένα του ύπνου με λεπτομερείς πληροφορίες 24ωρης θερμοκρασίας από κλιματικά μοντέλα. Επιπλέον, πραγματοποίησαν μοντελοποίηση των οικονομικών επιπτώσεων της υγείας, χρησιμοποιώντας χρόνια ζωής προσαρμοσμένα στην αναπηρία (disability adjusted life years), έναν δείκτη του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας που αποτυπώνει τη συνολική επίδραση ασθενειών, τραυματισμών και πρόωρης θνησιμότητας. Ο στόχος ήταν να ποσοτικοποιήσουν την ευημερία και την κοινωνική επιβάρυνση που προκαλεί η αυξανόμενη επικράτηση της αποφρακτικής υπνικής άπνοιας λόγω της άνοδος της θερμοκρασίας σε διάφορα προβλεπόμενα κλιματικά σενάρια.
Τα αποτελέσματα της έρευνας, όπως αναφέρει το ΑΠΕ, έδειξαν ότι οι αυξημένες θερμοκρασίες συσχετίζονταν με 45% υψηλότερη πιθανότητα για ένα άτομο που κοιμάται να παρουσιάσει αποφρακτική υπνική άπνοια σε μια συγκεκριμένη νύχτα. Οι διαφορές στα ευρήματα εμφανίστηκαν ανάλογα με την περιοχή, με τους κατοίκους ευρωπαϊκών χωρών να παρουσιάζουν υψηλότερα ποσοστά σε σύγκριση με αυτούς που ζούσαν στην Αυστραλία και τις ΗΠΑ, κάτι που οι ερευνητές αποδίδουν στον διαφορετικό βαθμό χρήσης του κλιματισμού.
Επιπλέον, η αύξηση της συχνότητας της αποφρακτικής υπνικής άπνοιας το 2023 λόγω της υπερθέρμανσης του πλανήτη σχετίζεται με την απώλεια περίπου 800.000 ετών υγιούς ζωής στις 29 χώρες που μελετήθηκαν. Αυτός ο αριθμός είναι συγκρίσιμος με άλλες ιατρικές καταστάσεις, όπως η νόσος του Πάρκινσον ή οι χρόνιες νεφροπάθειες.
Ταυτόχρονα, το εκτιμώμενο συνολικό οικονομικό κόστος που συνδέεται με την ασθένεια ανέρχεται περίπου σε 98 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένων 68 δισεκατομμυρίων από την απώλεια ευημερίας και 30 δισεκατομμυρίων από την απώλεια παραγωγικότητας στο χώρο εργασίας (απουσία από την εργασία ή μειωμένη παραγωγικότητα).
Ο επικεφαλής ερευνητής της δημοσίευσης, καθηγητής Ντάνι Έκερτ, τονίζει ότι η μελέτη εστίασε σε χώρες και άτομα με ανώτερο κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, πιθανόν με πρόσβαση σε πιο ευνοϊκά περιβάλλοντα ύπνου και κλιματισμού και αυτό «μπορεί να έχει επηρεάσει τις εκτιμήσεις μας και να οδήγησε σε υποεκτίμηση του πραγματικού κόστους υγείας και οικονομικού κόστους».
Ο κύριος συγγραφέας και ειδικός στον τομέα του ύπνου, Μπαστιέν Λεσά, από το Ινστιτούτο FHMRI Sleep Health του Πανεπιστημίου Φλίντερς, σημειώνει ότι αυτή είναι η πρώτη μελέτη του είδους της που αναλύει πώς η υπερθέρμανση του πλανήτη πρόκειται να επηρεάσει την αναπνοή κατά τον ύπνο, μαζί με την υγεία, την ευημερία και την οικονομία της ανθρωπότητας. Όπως αναφέρει, «εκπλαγήκαμε από την έκταση της συσχέτισης μεταξύ της θερμοκρασίας του περιβάλλοντος και της σοβαρότητας της αποφρακτικής υπνικής άπνοιας».
Οι ερευνητές προειδοποιούν ότι η υπνική άπνοια θα γίνει πιο συχνή και πιο σοβαρή εξαιτίας της υπερθέρμανσης του πλανήτη, οδηγώντας σε αυξημένες υγειονομικές και οικονομικές επιβαρύνσεις διεθνώς. Χωρίς ενίσχυση της πολιτικής δράσης για την επιβράδυνση της υπερθέρμανσης, εκτιμάται ότι το βάρος της αποφρακτικής υπνικής άπνοιας θα μπορούσε να διπλασιαστεί έως το 2100 λόγω της αύξησης των θερμοκρασιών.
Διαβάστε επίσης: