Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο JAMA Network Open, σχεδόν το 70% των ενηλίκων στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι χαρακτηρισμένοι ως παχύσαρκοι, με βάση έναν αναθεωρημένο ορισμό της παχυσαρκίας από ερευνητές που συνεργάζονται με την Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ και το Γενικό Νοσοκομείο της Μασαχουσέτης.
Η παχυσαρκία παραδοσιακά έχει οριστεί με αναφορά στον δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ), ο οποίος προκύπτει από τη διαίρεση του βάρους του ατόμου με το ύψος του.
Νωρίτερα φέτος, το Lancet Diabetes & Endocrinology πρότεινε έναν νέο ορισμό της παχυσαρκίας, ενσωματώνοντας ανθρωπομετρικά δεδομένα όπως η περιφέρεια της μέσης, η αναλογία μέσης προς ύψος και η αναλογία μέσης προς ισχίο, εκτός από τον ΔΜΣ, όπως αναφέρει η μελέτη.
Βάσει της μελέτης, η παχυσαρκία κατατάσσεται πλέον με τρεις βασικές παραμέτρους:
- αν ο ΔΜΣ είναι αυξημένος με τουλάχιστον μία επίσης αυξημένη ανθρωπομετρική μέτρηση ή αν ο ΔΜΣ είναι άνω των 40·
- ή αν υπάρχουν τουλάχιστον δύο αυξημένες ανθρωπομετρικές μετρήσεις ανεξαρτήτως ΔΜΣ·
- ή αν υπάρχει υπερβολικό σωματικό λίπος.
Οι ερευνητές εξέτασαν τη βάση δεδομένων All of Us στις ΗΠΑ για να προσδιορίσουν την επικράτηση της παχυσαρκίας με τον νέο ορισμό.
Από τους 301.026 συμμετέχοντες ηλικίας 18-80 ετών που συμπεριλήφθηκαν στην έρευνα:
- 128.992 άτομα (42,9%) χαρακτηρίστηκαν ως παχύσαρκα σύμφωνα με τα παραδοσιακά κριτήρια που στηρίζονται στον ΔΜΣ.
- Αντίθετα, σύμφωνα με τον νέο ορισμό, 206.361 άτομα, ή 68,6%, κατατάχθηκαν ως παχύσαρκα!
«Πιστεύαμε ότι η παχυσαρκία είναι μια επιδημία, αλλά αυτό είναι πραγματικά ανησυχητικό», δήλωσε η Lindsay Fourman, μία από τις κύριες συγγραφείς, στην εφημερίδα The Harvard Gazette, την επίσημη ιστοσελίδα του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ.
«Με πιθανώς το 70% του πληθυσμού των ενηλίκων να έχει υπερβολικό φυσικό λίπος, είναι επιτακτική ανάγκη να κατανοήσουμε καλύτερα ποιες θεραπευτικές προσεγγίσεις πρέπει να προωθήσουμε», πρόσθεσε.
Η μελέτη αποκάλυψε ότι 78.047 συμμετέχοντες (25,9%) που δεν είχαν ταξινομηθεί ως παχύσαρκοι σύμφωνα με τον παραδοσιακό ορισμό, αναταξινομήθηκαν ως παχύσαρκοι με βάση τα ανθρωπομετρικά κριτήρια.
Αξιοσημείωτο είναι ότι 22,3% αυτών των ατόμων είχε ΔΜΣ που παραδοσιακά θεωρούνταν λιποβαρής ή φυσιολογικός, ενώ οι υπόλοιποι ήταν στην κατηγορία του υπέρβαρου.
Κλινική και προκλινική παχυσαρκία
Η κατευθυντήρια γραμμή του Lancet για τον διαβήτη και την ενδοκρινολογία εισήγαγε και τον όρο κλινική και προκλινική παχυσαρκία.
- Η κλινική παχυσαρκία αναφέρεται σε άτομα που εμφανίζουν δυσλειτουργίες οργάνων και/ή σωματικούς περιορισμούς σχετιζόμενους με την παχυσαρκία,
- ενώ η προκλινική παχυσαρκία αφορά άτομα που δεν έχουν τέτοια προβλήματα.
Σύμφωνα με τον νέο ορισμό, 36,1% των συμμετεχόντων είχε κλινική παχυσαρκία, όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές. Άτομα με ΔΜΣ και ανθρωπομετρική παχυσαρκία παρουσίασαν υψηλότερα ποσοστά κλινικής παχυσαρκίας.
«Περίπου οι μισοί από τους συμμετέχοντες που χαρακτηριστήκαν ως παχύσαρκοι με τον νέο ορισμό, παρουσίασαν δυσλειτουργία οργάνων και/ή σωματικούς περιορισμούς που σχετίζονται με την κλινική παχυσαρκία», ανέφερε η μελέτη.
«Οι αναλύσεις μας δείχνουν ότι ο νέος ορισμός της κλινικής παχυσαρκίας, καθορίζει με τρόπο ακριβή τα άτομα που κινδυνεύουν περισσότερο από μακροχρόνιες επιπλοκές όπως διαβήτη, καρδιοαγγειακά επεισόδια και θνησιμότητα».
«Πάντα αναγνωρίζαμε τους περιορισμούς του ΔΜΣ ως αποκλειστικού δείκτη παχυσαρκίας, διότι παραβλέπει την κατανομή του σωματικού λίπους», αναφέρει ο επικεφαλής της μελέτης Steven Grinspoon.
«Η παρατήρηση αυξημένου κινδύνου καρδιοαγγειακών παθήσεων και διαβήτη σε αυτή τη νέα κατηγορία ατόμων με παχυσαρκία, τα οποία δεν είχαν προηγουμένως χαρακτηριστεί ως παχύσαρκα, προκαλεί σημαντικά ερωτήματα σχετικά με τα φαρμακευτικά και άλλες θεραπευτικές προσεγγίσεις».
(Image by Michal Jarmoluk from Pixabay)
Δείτε επίσης:




