Σε μάστιγα έχει μετατραπεί για τα ελληνικά νοικοκυριά η ακρίβεια με τους καταναλωτές να καλούνται να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη κάθε φορά που πηγαίνουν στο σούπερ μάρκετ, ακόμη και για τα βασικά.
Οι τιμές στα ράφια παραμένουν απλησίαστες, ενώ χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι δεκάδες προϊόντα, παρά το ότι εντάσσονται στο «ταμπελάκι» μείωσης τιμής, παρουσιάζουν αυξήσεις. Συγκεκριμένα, ένα λίτρο χυμού μήλου την Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου είχε 1,77 ευρώ, ενώ μόλις μία ημέρα αργότερα κόστιζε 2,27 ευρώ. Αντίστοιχα, μισό κιλό μακαρόνια νο7 την Πέμπτη κόστιζε 0,77 ευρώ, ενώ την Παρασκευή 1 ευρώ.
«Παρά το ότι αυτή η πρωτοβουλία μείωσης τιμής είναι οικειοθελής, έχει αγκαλιαστεί σημαντικά τόσο από τις εταιρίες, από το σύνολο των αλυσίδων σούπερ μάρκετ και έχουμε δει από τα στοιχεία μας μεγάλη κινητικότητα με τους καταναλωτές. Είναι μια πολύ καλή ενέργεια», υποστηρίζει από την δική του πλευρά, ο γενικός διευθυντής ένωσης σούπερ μάρκετ Ελλάδας, Απόστολος Πεταλάς και συνεχίζει:
«Σύμφωνα με την πρωτοβουλία, οι παραγωγικές εταιρίες και το λιανεμπόριο δεσμεύονται σε μια τιμή προς τα πάνω. Επομένως υπήρχε μια τιμή αναφοράς, μια έκπτωση η οποία είναι μόνιμη, τουλάχιστον για 2 μήνες και περισσότερο, από εκεί και πέρα όμως ο έντονος ανταγωνισμός μεταξύ των αλυσίδων πολλές φορές οδηγεί σε ακόμα μεγαλύτερες μειώσεις τιμών. Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι ο αποπληθωρισμός είναι σημαντικός στα τρόφιμα στην Ελλάδα».
«Οι καταναλωτές είναι περισσότερο σκεπτόμενοι»
Όπως εξηγεί, ο τρόπος που έχει διαμορφωθεί στα προηγούμενα χρόνια σχετικά με τις πάρα πολλές προσφορές και ο τρόπος που γίνονται οι προσφορές, όπως επίσης και τα πάρα πολλά παρεμβατικά μέτρα που έχει πάρει η κυβέρνηση για τον πληθωρισμό τα τελευταία χρόνια, έχουν κάνει την εικόνα και την πολυπλοκότητα μέσα στην πλοήγηση στο σούπερ μάρκετ αρκετά πιο δύσκολη. «Παρόλα αυτά, πιστεύω ότι οι καταναλωτές είναι περισσότερο σκεπτόμενοι. Θα αλλάξει σημαντικά ο τρόπος σήμανσης στα σούπερ μάρκετ στην ΕΕ των 27 χωρών με κανονισμό. Θα ξεκινήσει σταδιακά από τον Μάρτιο και θα ολοκληρωθεί αρχές Ιουνίου, όπου η σήμανση θα αλλάξει σημαντικά και ριζικά», επισημαίνει και συμπληρώνει:
«Όλες οι παροχές και όλες οι προσφορές θα είναι πάνω σε μια τιμή αναφοράς που προσδιορίζεται συγκεκριμένα».
Την ίδια στιγμή, αίσθηση προκαλεί ο τρόπος με τον οποίο οι μεγάλες εταιρείες αυξάνουν το κέρδος τους. Σύμφωνα με στοιχεία, οι μεγάλοι έμποροι – εταιρείες ιδρύουν ΙΚΕ οι οποίες στη συνέχεια αγοράζουν προϊόντα από τη μητρική εταιρεία. Έπειτα, τα δίνουν στις μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ με πολύ ακριβότερες τιμές.
«Σε μεγάλο βαθμό, ειδικά οι πολύ μεγάλες αλυσίδες, έχουν μηχανισμούς που το ελέγχουν όλο αυτό το ενδιάμεσο με έναν τέτοιον τρόπο έτσι ώστε στον καταναλωτή να μπορεί να έρχεται και γρήγορα αλλά και στη χαμηλότερη δυνατή τιμή», αναφέρει ο κ. Πεταλάς και καταλήγει:
«Στην τελική τιμή που πληρώνει ο καταναλωτής, περίπου το 45% είναι η τιμή που εισπράττει ο παραγωγός. Περίπου στο 18% είναι φόροι. Το λιανεμπόριο είναι μια αρκετά ακριβή διαδικασία διότι έχει 120.000 εργαζόμενους, 4.500 καταστήματα, μια σειρά μεταφορών. (…)».